Τα βαφτίσια γινόταν παλαιότερα όταν τα μωρά ήταν περίπου δεκαπέντε ημερών ή δύο-τριών μηνών. Σήμερα συνήθως τα βαπτίζουμε όταν είναι λίγο μεγαλύτερα.
Την Τετάρτη πριν τη βάπτιση οι γιαγιάδες του καλούσαν τους συγγενείς και φίλους της οικογένειας δίνοντάς τους ψωμί.
Η βάφτιση γινόταν πάντα Κυριακή, μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας στην κεντρική εκκλησία του χωριού ή σε Μοναστήρι, όπως σήμερα στη Βυζαντινή Μονή του Τιμίου Προδρόμου.
Οι γονείς δεν ήταν παρόντες στην Εκκλησία που γινόταν η βάπτιση, έμεναν στο σπίτι.
Το πρωί της Κυριακής η γιαγιά του μωρού, συνήθως η μητέρα του γαμπρού, το πήγαινε στην Εκκλησία, για να βαπτιστεί.
Αλλού πάλι το πήγαιναν ο νονός ή η νονά με τη μαμή στην εκκλησία και ο παπάς τελούσε το Μυστήριο του Βαπτίσματος.
Ο νονός έδινε στο παιδί το όνομα που ήθελε, χωρίς να ρωτήσει τους γονείς. Συνήθως, όμως, έδινε το όνομα του παππού ή της γιαγιάς των γονιών του πατέρα στο πρώτο παιδί, ενώ στο δεύτερο το όνομα από τους γονείς της μητέρας.
Όταν λοιπόν αναγγέλλονταν στη Εκκλησία το όνομα του μωρού, έτρεχαν τα παιδιά να το πουν και στους γονείς του. Ο πατέρας έδινε χρήματα στα παιδιά και η μητέρα κερνούσε γλυκά.
Σήμερα οι γονείς επιλέγουν το όνομα και δίνουν συχνά στα παιδιά τους το όνομα κάποιου από την οικογένεια και είναι παρόντες στη βάπτιση του παιδιού. Όταν τελειώσει το μυστήριο, η μητέρα σκύβει, κάνει τρεις μετάνοιες στο νονό, του φιλάει το χέρι και παραλαμβάνει το παιδί.
Μετά το μυστήριο της βάπτισης οι καλεσμένοι έτρωγαν και γλεντούσαν στο σπίτι των γονιών του παιδιού και έτρωγαν για γλυκό μπακλαβά.
Έβγαζαν δίσκο κατά τη διάρκεια του φαγητού, όπου οι καλεσμένοι έριχναν κάποιο χρηματικό ποσό για το μωρό.
Μετά από τρεις ημέρες γινόταν γλέντι, μόνο για γυναίκες, όταν η νονά έβγαζε το μωρό από το λάδι.
Την Τετάρτη πριν τη βάπτιση οι γιαγιάδες του καλούσαν τους συγγενείς και φίλους της οικογένειας δίνοντάς τους ψωμί.
Η βάφτιση γινόταν πάντα Κυριακή, μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας στην κεντρική εκκλησία του χωριού ή σε Μοναστήρι, όπως σήμερα στη Βυζαντινή Μονή του Τιμίου Προδρόμου.
Οι γονείς δεν ήταν παρόντες στην Εκκλησία που γινόταν η βάπτιση, έμεναν στο σπίτι.
Το πρωί της Κυριακής η γιαγιά του μωρού, συνήθως η μητέρα του γαμπρού, το πήγαινε στην Εκκλησία, για να βαπτιστεί.
Αλλού πάλι το πήγαιναν ο νονός ή η νονά με τη μαμή στην εκκλησία και ο παπάς τελούσε το Μυστήριο του Βαπτίσματος.
Ο νονός έδινε στο παιδί το όνομα που ήθελε, χωρίς να ρωτήσει τους γονείς. Συνήθως, όμως, έδινε το όνομα του παππού ή της γιαγιάς των γονιών του πατέρα στο πρώτο παιδί, ενώ στο δεύτερο το όνομα από τους γονείς της μητέρας.
Όταν λοιπόν αναγγέλλονταν στη Εκκλησία το όνομα του μωρού, έτρεχαν τα παιδιά να το πουν και στους γονείς του. Ο πατέρας έδινε χρήματα στα παιδιά και η μητέρα κερνούσε γλυκά.
Σήμερα οι γονείς επιλέγουν το όνομα και δίνουν συχνά στα παιδιά τους το όνομα κάποιου από την οικογένεια και είναι παρόντες στη βάπτιση του παιδιού. Όταν τελειώσει το μυστήριο, η μητέρα σκύβει, κάνει τρεις μετάνοιες στο νονό, του φιλάει το χέρι και παραλαμβάνει το παιδί.
Μετά το μυστήριο της βάπτισης οι καλεσμένοι έτρωγαν και γλεντούσαν στο σπίτι των γονιών του παιδιού και έτρωγαν για γλυκό μπακλαβά.
Έβγαζαν δίσκο κατά τη διάρκεια του φαγητού, όπου οι καλεσμένοι έριχναν κάποιο χρηματικό ποσό για το μωρό.
Μετά από τρεις ημέρες γινόταν γλέντι, μόνο για γυναίκες, όταν η νονά έβγαζε το μωρό από το λάδι.