Βρεφική, παιδική και εφηβική ψυχολογία ή ψυχολογία της ανάπτυξης. H Γενική Ψυχολογία εξετάζει τα αίτια, τους νόμους και τα αποτελέσματα των διανοητικών διαδικασιών της ώριμης ηλικίας φυσιολογικών ανθρώπων. Για να φτάσουν, όμως, στην ωριμότητα οι άνθρωποι περνούν από μια σειρά σταδίων ανάπτυξης (βρέφος, παιδί, έφηβος). Συγχρόνως με τη σωματική ανάπτυξη, παρατηρείται και ανάλογη ανάπτυξη του ψυχικού τους κόσμου. Κατά την πορεία της ανάπτυξής του ο άνθρωπος εμφανίζει διαφορετικές δυνατότητες επαφής με τον εξωτερικό κόσμο, διαφορετική συμπεριφορά. Κάθε στάδιο ανάπτυξης δημιουργεί τις βάσεις πάνω στις οποίες θα ανεγερθεί το νέο ψυχικό οικοδόμημα της επόμενης περιόδου.
Έτσι, η ψυχολογία του ώριμου ανθρώπου έχει οικοδομηθεί πάνω στις διαδοχικές βάσεις ψυχολογίας, που διαμορφώνεται κάθε φορά, των προηγούμενων ηλικιών. Η ψυχολογία της ανάπτυξης μελετά την αργή και προοδευτική διαφοροποίηση του ψυχικού κόσμου, καθορίζει τα βασικά στάδια αυτής της ανάπτυξης και προσπαθεί να βρει τους νόμους και τις αιτίες, που προκαλούν αυτή ή εκείνη την αντίδραση σε καθένα από τα στάδια αυτά. Η ψυχολογία της ανάπτυξης εξετάζει τα ίδια θέματα της Γενικής Ψυχολογίας, αλλά τα παρακολουθεί μέσα στην πορεία μιας συνεχούς εξέλιξης και ανάπτυξης και όχι ως δεδομένα και σταθερά. Αν παρακολουθήσουμε την αντίληψη, π.χ. στο βρέφος, θα έχουμε μια φευγαλέα εικόνα ενός αβέβαιου, ρευστού, συγκεχυμένου κόσμου, η οποία για αυτό δεν έχει μορφή και σταθερότητα. Η ατελέστατη, όμως, βρεφική αυτή αντίληψη θα διαμορφωθεί με την πάροδο του χρόνου και θα καταλήξει στη συγκεκριμένη αντίληψη του ώριμου ανθρώπου.
Στη βρεφική, στην παιδική και στην εφηβική ηλικία όλα μεταβάλλονται εύκολα και γρήγορα, γιατί είναι προσωρινά. Ακόμα και οι ενστικτώδεις αντιδράσεις. Αρχικά οι αντιδράσεις αυτές είναι απλές και δεν διαφέρουν από εκείνες των ζώων. Αλλά με την ανάπτυξη της κινητικότητας και της λογικής γίνονται πολύπλοκες. Η ψυχολογία της ανάπτυξης ήταν άγνωστη πριν από μερικές δεκαετίες. Παρόλα αυτά σημείωσε γρήγορη εξέλιξη και πολύ σημαντική πρόοδο. Έγιναν πολλές παρατηρήσεις και γράφτηκαν αξιόλογα έργα πάνω στο θέμα, και οι γονείς, που ενδιαφέρονται για την ανατροφή των παιδιών τους, ζητούν ήδη συστηματικά την καθοδήγηση των ειδικών.
Η ψυχολογία της ανάπτυξης χωρίζεται, όπως είπαμε σε τρία στάδια: στο στάδιο της βρεφικής, στο στάδιο της παιδικής και στο στάδιο της εφηβικής ηλικίας. Κάθε στάδιο παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα και απαιτεί ειδική μελέτη. Όταν άρχισαν οι μελέτες αυτές, διαπιστώθηκε, ότι κάθε τομέας παρακολούθησης αποτελούσε ολόκληρο κόσμο. Το βρέφος δεν έχει, ακόμα την ικανότητα να διακρίνει τα αντικείμενα. Και όμως μέσα από τις θολές παραστάσεις του εξωτερικού κόσμου, αρχίζει να αποκτά τις πρώτες γνώσεις του. Στην ηλικία αυτή ο εξωτερικός κόσμος γίνεται έμμεσα, κατά τρόπο υποτυπώδη αντιληπτός από το βρέφος διαμέσου των αισθήσεων μόνο (αφή, γεύση, όραση, οσμή, ακοή), χωρίς καμιά συνειδητή αντίδραση. Η συμπεριφορά του βρέφους είναι ανάλογη προς τους ερεθισμούς που δέχεται, αλλά αυτό συμβαίνει ασυνείδητα, χωρίς καμιά λογική παρέμβαση. Το μόνο που αισθάνεται είναι το ευνοϊκό και το δυσάρεστο για αυτό. Αισθάνεται, βέβαια, μόνο ότι έχει βιολογικό ενδιαφέρον, τον πόνο, την πείνα, τη δίψα. Η αντίδρασή του σε αυτά αποτελεί, ακριβώς, μονότροπη απόδειξη ύπαρξης βιολογικού ενδιαφέροντος.
Η παιδικότητα είναι διαφορετικό στάδιο. Αρχίζει πια με το ενδιαφέρον του παιδιού για τον εξωτερικό κόσμο, που δεν περιορίζεται στους βιολογικούς ερεθισμούς και στις ενδείξεις αυτών των ερεθισμών, προκειμένου να διαφυλάξει μηχανικά τη ζωή του. Η έναρξη της αλλαγής αυτής γίνεται όταν το βρέφος αρχίζει να χαμογελά κάθε φορά που βλέπει τη μητέρα του, όταν έχει διάθεση να παίξει. Πρόκειται για τα σημεία μετάβασης, από τη βρεφική στην παιδική ηλικία. Η οριστική, όμως, μετάβαση γίνεται με την εμφάνιση του λόγου στο παιδί. Από τη στιγμή αυτή το παιδί μπορεί να προσανατολιστεί στο χώρο και στο χρόνο, ικανότητες που δεν τις έχει το βρέφος. Τώρα δεν πλησιάζει τα αντικείμενα του περιβάλλοντος του για να παίξει μόνο, αλλά και για να τα γνωρίσει. Ξύπνησε μέσα του η ικανότητα, που η ψυχολογία ονομάζει «πρακτική ευφυΐα».
Ακόμα, όμως, δεν έχει τόσες παραστάσεις, ώστε να μπορεί να κρίνει και να συγκρίνει. Τη φάση αυτή η ψυχολογία την ονομάζει παραστατική. Για το παιδί τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου έχουν όλα ζωή και είναι εχθρικά ή φιλικά. Προβάλλει το δικό του ψυχικό κόσμο σε όλο το περιβάλλον του. Δεν έχει, ακόμα, διακρίνει το εγώ. Αυτό θα το επιτύχει στην εφηβεία. Ύστερα από το παραστατικό στάδιο, το παιδί μεταβαίνει στο στάδιο της αντιπαράθεσης του εαυτού του προς το εξωτερικό περιβάλλον.
Η πορεία διαμόρφωσης του βρέφους σε παιδί χωρίζεται από τους ψυχολόγους σε τέσσερα στάδια. Κατά το πρώτο, το βρέφος απαντά με τρόπο ενστικτώδη και μόνο στους βιολογικούς ερεθισμούς του εξωτερικού περιβάλλοντος. Το δεύτερο στάδιο ακολουθεί, όταν το βρέφος αρχίζει να γνωρίζει. Τότε βλέπει τον κόσμο με περιέργεια και κάνει τις πρώτες του συνειδητές χειρονομίες. Στο τρίτο στάδιο το βρέφος δεν βλέπει καλά τα αντικείμενα του περιβάλλοντος, προσπαθεί, όμως, να τα χρησιμοποιήσει. Το στάδιο αυτό κλείνει με την ομιλία. Και το τελευταίο στάδιο αρχίζει, όταν το παιδί αντιπαραθέτει τον εαυτό του στο περιβάλλον του.
Η εφηβεία αποτελεί την εποχή των βαθύτερων αλλαγών του ανθρώπινου ψυχικού κόσμου. Αυτή αρχίζει με την απόσπαση του εφήβου από το περιβάλλον του, οπότε ο νέος κλείνεται στον εαυτό του. Τη φάση αυτή την ονομάζουμε «αρνητική» ή «δεύτερη αντιθετική φάση», και είναι η πρώτη φάση της εφηβείας (από την ηλικία των 15 ως 16 χρονών περίπου). Η δεύτερη φάση της εφηβείας (από 16 ως 18 χρονών), αρχίζει όταν ο έφηβος λαμβάνει για πρότυπο του εικόνες ηρώων ιστορικές ή φανταστικές και προσπαθεί να τους μιμηθεί. Εγκαταλείπει τότε την απομόνωσή του και γίνεται πάλι κοινωνικός. Τέλος, η τρίτη φάση της εφηβείας αρχίζει, όταν ο έφηβος κατανοήσει αρκετά το περιβάλλον του και συνειδητοποιήσει το ρόλο, που επιθυμεί να διαδραματίσει στην κοινωνική ζωή.
Από τους σκαπανείς της ψυχολογίας της ανάπτυξης είναι ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ [1875 - 1961], που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την περίοδο της παιδικής ηλικίας, κατά την οποία το παιδί αντιπαραθέτει τον εαυτό του στο περιβάλλον του.
Έτσι, η ψυχολογία του ώριμου ανθρώπου έχει οικοδομηθεί πάνω στις διαδοχικές βάσεις ψυχολογίας, που διαμορφώνεται κάθε φορά, των προηγούμενων ηλικιών. Η ψυχολογία της ανάπτυξης μελετά την αργή και προοδευτική διαφοροποίηση του ψυχικού κόσμου, καθορίζει τα βασικά στάδια αυτής της ανάπτυξης και προσπαθεί να βρει τους νόμους και τις αιτίες, που προκαλούν αυτή ή εκείνη την αντίδραση σε καθένα από τα στάδια αυτά. Η ψυχολογία της ανάπτυξης εξετάζει τα ίδια θέματα της Γενικής Ψυχολογίας, αλλά τα παρακολουθεί μέσα στην πορεία μιας συνεχούς εξέλιξης και ανάπτυξης και όχι ως δεδομένα και σταθερά. Αν παρακολουθήσουμε την αντίληψη, π.χ. στο βρέφος, θα έχουμε μια φευγαλέα εικόνα ενός αβέβαιου, ρευστού, συγκεχυμένου κόσμου, η οποία για αυτό δεν έχει μορφή και σταθερότητα. Η ατελέστατη, όμως, βρεφική αυτή αντίληψη θα διαμορφωθεί με την πάροδο του χρόνου και θα καταλήξει στη συγκεκριμένη αντίληψη του ώριμου ανθρώπου.
Στη βρεφική, στην παιδική και στην εφηβική ηλικία όλα μεταβάλλονται εύκολα και γρήγορα, γιατί είναι προσωρινά. Ακόμα και οι ενστικτώδεις αντιδράσεις. Αρχικά οι αντιδράσεις αυτές είναι απλές και δεν διαφέρουν από εκείνες των ζώων. Αλλά με την ανάπτυξη της κινητικότητας και της λογικής γίνονται πολύπλοκες. Η ψυχολογία της ανάπτυξης ήταν άγνωστη πριν από μερικές δεκαετίες. Παρόλα αυτά σημείωσε γρήγορη εξέλιξη και πολύ σημαντική πρόοδο. Έγιναν πολλές παρατηρήσεις και γράφτηκαν αξιόλογα έργα πάνω στο θέμα, και οι γονείς, που ενδιαφέρονται για την ανατροφή των παιδιών τους, ζητούν ήδη συστηματικά την καθοδήγηση των ειδικών.
Η ψυχολογία της ανάπτυξης χωρίζεται, όπως είπαμε σε τρία στάδια: στο στάδιο της βρεφικής, στο στάδιο της παιδικής και στο στάδιο της εφηβικής ηλικίας. Κάθε στάδιο παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα και απαιτεί ειδική μελέτη. Όταν άρχισαν οι μελέτες αυτές, διαπιστώθηκε, ότι κάθε τομέας παρακολούθησης αποτελούσε ολόκληρο κόσμο. Το βρέφος δεν έχει, ακόμα την ικανότητα να διακρίνει τα αντικείμενα. Και όμως μέσα από τις θολές παραστάσεις του εξωτερικού κόσμου, αρχίζει να αποκτά τις πρώτες γνώσεις του. Στην ηλικία αυτή ο εξωτερικός κόσμος γίνεται έμμεσα, κατά τρόπο υποτυπώδη αντιληπτός από το βρέφος διαμέσου των αισθήσεων μόνο (αφή, γεύση, όραση, οσμή, ακοή), χωρίς καμιά συνειδητή αντίδραση. Η συμπεριφορά του βρέφους είναι ανάλογη προς τους ερεθισμούς που δέχεται, αλλά αυτό συμβαίνει ασυνείδητα, χωρίς καμιά λογική παρέμβαση. Το μόνο που αισθάνεται είναι το ευνοϊκό και το δυσάρεστο για αυτό. Αισθάνεται, βέβαια, μόνο ότι έχει βιολογικό ενδιαφέρον, τον πόνο, την πείνα, τη δίψα. Η αντίδρασή του σε αυτά αποτελεί, ακριβώς, μονότροπη απόδειξη ύπαρξης βιολογικού ενδιαφέροντος.
Η παιδικότητα είναι διαφορετικό στάδιο. Αρχίζει πια με το ενδιαφέρον του παιδιού για τον εξωτερικό κόσμο, που δεν περιορίζεται στους βιολογικούς ερεθισμούς και στις ενδείξεις αυτών των ερεθισμών, προκειμένου να διαφυλάξει μηχανικά τη ζωή του. Η έναρξη της αλλαγής αυτής γίνεται όταν το βρέφος αρχίζει να χαμογελά κάθε φορά που βλέπει τη μητέρα του, όταν έχει διάθεση να παίξει. Πρόκειται για τα σημεία μετάβασης, από τη βρεφική στην παιδική ηλικία. Η οριστική, όμως, μετάβαση γίνεται με την εμφάνιση του λόγου στο παιδί. Από τη στιγμή αυτή το παιδί μπορεί να προσανατολιστεί στο χώρο και στο χρόνο, ικανότητες που δεν τις έχει το βρέφος. Τώρα δεν πλησιάζει τα αντικείμενα του περιβάλλοντος του για να παίξει μόνο, αλλά και για να τα γνωρίσει. Ξύπνησε μέσα του η ικανότητα, που η ψυχολογία ονομάζει «πρακτική ευφυΐα».
Ακόμα, όμως, δεν έχει τόσες παραστάσεις, ώστε να μπορεί να κρίνει και να συγκρίνει. Τη φάση αυτή η ψυχολογία την ονομάζει παραστατική. Για το παιδί τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου έχουν όλα ζωή και είναι εχθρικά ή φιλικά. Προβάλλει το δικό του ψυχικό κόσμο σε όλο το περιβάλλον του. Δεν έχει, ακόμα, διακρίνει το εγώ. Αυτό θα το επιτύχει στην εφηβεία. Ύστερα από το παραστατικό στάδιο, το παιδί μεταβαίνει στο στάδιο της αντιπαράθεσης του εαυτού του προς το εξωτερικό περιβάλλον.
Η πορεία διαμόρφωσης του βρέφους σε παιδί χωρίζεται από τους ψυχολόγους σε τέσσερα στάδια. Κατά το πρώτο, το βρέφος απαντά με τρόπο ενστικτώδη και μόνο στους βιολογικούς ερεθισμούς του εξωτερικού περιβάλλοντος. Το δεύτερο στάδιο ακολουθεί, όταν το βρέφος αρχίζει να γνωρίζει. Τότε βλέπει τον κόσμο με περιέργεια και κάνει τις πρώτες του συνειδητές χειρονομίες. Στο τρίτο στάδιο το βρέφος δεν βλέπει καλά τα αντικείμενα του περιβάλλοντος, προσπαθεί, όμως, να τα χρησιμοποιήσει. Το στάδιο αυτό κλείνει με την ομιλία. Και το τελευταίο στάδιο αρχίζει, όταν το παιδί αντιπαραθέτει τον εαυτό του στο περιβάλλον του.
Η εφηβεία αποτελεί την εποχή των βαθύτερων αλλαγών του ανθρώπινου ψυχικού κόσμου. Αυτή αρχίζει με την απόσπαση του εφήβου από το περιβάλλον του, οπότε ο νέος κλείνεται στον εαυτό του. Τη φάση αυτή την ονομάζουμε «αρνητική» ή «δεύτερη αντιθετική φάση», και είναι η πρώτη φάση της εφηβείας (από την ηλικία των 15 ως 16 χρονών περίπου). Η δεύτερη φάση της εφηβείας (από 16 ως 18 χρονών), αρχίζει όταν ο έφηβος λαμβάνει για πρότυπο του εικόνες ηρώων ιστορικές ή φανταστικές και προσπαθεί να τους μιμηθεί. Εγκαταλείπει τότε την απομόνωσή του και γίνεται πάλι κοινωνικός. Τέλος, η τρίτη φάση της εφηβείας αρχίζει, όταν ο έφηβος κατανοήσει αρκετά το περιβάλλον του και συνειδητοποιήσει το ρόλο, που επιθυμεί να διαδραματίσει στην κοινωνική ζωή.
Από τους σκαπανείς της ψυχολογίας της ανάπτυξης είναι ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ [1875 - 1961], που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την περίοδο της παιδικής ηλικίας, κατά την οποία το παιδί αντιπαραθέτει τον εαυτό του στο περιβάλλον του.